μεθοδικοῦ

μεθοδικοῦ
μεθοδικός
going to work by rule
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Βάγκνερ, Χέρμαν — (Herman Wagner, 1840 1929). Γερμανός γεωγράφος. Διηύθυνε τα ΓεωγραφικάΧρονικά του Γεωγραφικού Ινστιτούτου Πέρτες της Γκότα. Έδινε μεγάλη σημασία στη χαρτογραφική αναπαράσταση και επιμελήθηκε την προετοιμασία ενός εξαιρετικά μεθοδικού και… …   Dictionary of Greek

  • Διασσωρίνος ή Διαστωρηνός, Ιάκωβος — (Ρόδος; – Λευκωσία 1563).Λόγιος. Σπούδασε στη Χίο, κοντά στον Λήσταρχο, και από την εποχή αυτή άρχισε να ασχολείται με τη συλλογή και την αντιγραφή αρχαίων χειρογράφων. Μεταξύ του 1543 και του 1545 εγκαταστάθηκε στη Βενετία, ενώ στη συνέχεια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”